Εκδήλωση με θέμα «Δυναμώνουμε
τον αγώνα ενάντια στην εργασιακή ζούγκλα, για σύγχρονα δικαιώματα» και
κεντρικό ομιλητή τον ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα,
διοργάνωσαν χτες το απόγευμα το Τμήμα της ΚΕ για την Εργατική -
Συνδικαλιστική Δουλειά και η ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ.
Στην αίθουσα του ξενοδοχείου «Novotel»,
που φιλοξένησε την εκδήλωση, βρέθηκαν μια σειρά συνδικαλιστές εκλεγμένοι σε
πρωτοβάθμια Σωματεία, Ομοσπονδίες και τριτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα. Μεταξύ
αυτών, στην εκδήλωση συμμετείχαν ο Βασίλης Πετρόπουλος, Γραμματέας
της ΠΟΕ ΟΤΑ και μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΑΔΕΔΥ, ο Γιάννης
Παναγόπουλος, μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΑΔΕΔΥ, ο Ερμόλαος
Λινάρδος, Γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συνταξιούχων Δημοσίου,
ο Γιώργος Αντωνόπουλος, πρόεδρος της ΠΕΕΜΑΓΕΝ, και ο Γεράσιμος
Τσεκούρας, πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων στην επιχείρηση «Praktiker».
Τους εργαζόμενους που ανταποκρίθηκαν στο
κάλεσμα για την εκδήλωση καλωσόρισε ο Γιάννης Πρωτούλης, μέλος του
ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματός της για την Εργατική -
Συνδικαλιστική Δουλειά, υποψήφιος Περιφερειάρχης Αττικής με τη «Λαϊκή
Συσπείρωση», τονίζοντας πως υπάρχουν οι προϋποθέσεις ώστε «νέες δυνάμεις να
συμπορευτούν με το ΚΚΕ, να δώσουν δύναμη στη δύναμη των εργαζομένων».
Μετά την κεντρική ομιλία του Δ. Κουτσούμπα, ακολούθησαν ενδιαφέρουσες παρεμβάσεις: Το ψηφιδωτό των πιο βασικών αντεργατικών νόμων που νομοθέτησαν οι διαδοχικές κυβερνήσεις από το 2010 μέχρι σήμερα παρουσίασε ο Γιώργος Μελισσάρης, δικηγόρος, νομικός σύμβουλος του Εργατικού Κέντρου Αθήνας. Στη στρατηγική του κεφαλαίου γύρω από το ζήτημα των μισθών εστίασε ο Στέφανος Λουκάς, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και του Τμήματός της για την Εργατική - Συνδικαλιστική Δουλειά. Τέλος, η Γιώτα Ταβουλάρη, μέλος της ΚΕ και του Τμήματός της για την Εργατική - Συνδικαλιστική Δουλειά και πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στο Φάρμακο, μίλησε για την «ευελιξία» που κυριαρχεί σε όλο και μεγαλύτερο μέρος του εργατικού δυναμικού.
Δεν είναι
μονόδρομος για την εργατική τάξη και το λαό η πολιτική των θυσιών, των
αντιλαϊκών νόμων, του «μικρότερου κακού»
Το «άνοιγμα» της εκδήλωσης από τον Γιάννη
Πρωτούλη, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και υποψήφιο περιφερειάρχη
Αττικής
Απευθύνοντας το καλωσόρισμα στην
εκδήλωση, ο Γιάννης Πρωτούλης σημείωσε: «Είμαστε σήμερα σε αυτή την αίθουσα
πολλοί αγωνιστές που μαζί δώσαμε σημαντικές μάχες στο κίνημα το προηγούμενο
διάστημα. Ανάμεσά μας είναι και αρκετοί εργαζόμενοι που προέρχονται από άλλες
συνδικαλιστικές και πολιτικές δυνάμεις, με τους οποίους τα τελευταία χρόνια,
όπως λέει και ο αγαπημένος μας ποιητής, "ανοίξαμε την αλυσίδα και έγιναν
ένας από εμάς".
Παρά τις όποιες διαφωνίες μας, με
πολλούς συναντηθήκαμε σε σημαντικές πρωτοβουλίες που πήραν Ομοσπονδίες και
Συνδικάτα που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, για την Κοινωνική Ασφάλιση, για την
υπεράσπιση του απεργιακού δικαιώματος, ενάντια στους πλειστηριασμούς και τις
κατασχέσεις, για αυξήσεις στους μισθούς, στις συντάξεις, στις κοινωνικές
παροχές.
Ολόπλευρη
στήριξη σε κάθε αγωνιστικό σκίρτημα
Μόνο τη χρονιά που πέρασε, τα μέλη του
ΚΚΕ και της ΚΝΕ έδρασαν πρωτοπόρα μέσα στα συνδικάτα, στήριξαν σημαντικούς
αγώνες, όπως: Τους αγώνες της Ομοσπονδίας Οικοδόμων που "νέκρωσαν" τα
εργοτάξια σε όλη τη χώρα, για υπογραφή κλαδικής ΣΣΕ. Πιο πριν, την αγωνιστική
δράση εννέα μηνών των εργατών στη Ζώνη του Περάματος, των εργατών στη ΛΑΡΚΟ,
της Ομοσπονδίας Γάλακτος, Τροφίμων και Ποτών. Των εργατών στις προβλήτες ΙΙ και
ΙΙΙ στο λιμάνι του Πειραιά. Να θυμίσουμε ότι απέναντι στον δίκαιο αγώνα τους, η
εργοδοσία επιστράτευσε την αστική Δικαιοσύνη, η οποία έβγαλε τη μία μετά την
άλλη πέντε απεργιακές κινητοποιήσεις "παράνομες"!
Επίσης, τους αγώνες του Συνδικάτου
Εργατοϋπαλλήλων Τηλεπικοινωνιών - Πληροφορικής Αττικής και τις κινητοποιήσεις
των εργαζομένων στον όμιλο ΟΤΕ. Τις πολύμηνες κινητοποιήσεις του Σωματείου
Ελλήνων Ηθοποιών και του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου.
Τους αγώνες που δίνουν οι
τραπεζοϋπάλληλοι ενάντια στις απολύσεις στις τράπεζες, ενάντια στη διάσπαση των
εργαζομένων όσον αφορά τη σχέση εργασίας, τους όρους αμοιβής και εργασίας. Του
Σωματείου Προσωπικού Ιδιωτικών Κλινικών Αττικής. Των σωματείων των νοσοκομείων
και γενικά στη δημόσια Υγεία, των σχολικών καθαριστριών, των εργαζομένων στο
"Βοήθεια στο Σπίτι", στους ΟΤΑ, των ναυτεργατών. Τον σημαντικό αγώνα
των εκπαιδευτικών για σταθερή δουλειά με δικαιώματα, ενάντια στις απολύσεις που
η κυβέρνηση βάφτισε προσλήψεις. Του Συνδικάτου Επισιτισμού - Τουρισμού -
Ξενοδοχείων Αττικής, των εμποροϋπαλλήλων ενάντια στην κατάργηση της
κυριακάτικης αργίας. Τον μαραθώνιο κινητοποιήσεων των συνταξιούχων.
Δεν υπήρξε ούτε ένα αγωνιστικό σκίρτημα,
ούτε μία διεκδίκηση που να μην είχε την ολόπλευρη, με συνέπεια στήριξη του ΚΚΕ.
Μπαίνουμε
μπροστά στην οργάνωση της πάλης για κάθε μικρό ή μεγάλο πρόβλημα
Δρούμε μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό
κίνημα με αισιοδοξία και μαχητικότητα, δουλεύοντας ακούραστα για τη
μαζικοποίηση και τη δημοκρατική λειτουργία των συνδικάτων. Μπαίνουμε μπροστά
στην οργάνωση της πάλης για κάθε μικρό ή μεγάλο πρόβλημα. Στηρίζουμε το πλαίσιο
πάλης του ΠΑΜΕ και δουλεύουμε ώστε περισσότερα συνδικάτα να επεξεργαστούν
πλαίσια διεκδικήσεων που να αντιστοιχούν στις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων.
Σημαντική από κάθε άποψη ήταν η πρόταση
νόμου για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και τους μισθούς την οποία
κατέθεσαν με μεγάλο συλλαλητήριο 530 σωματεία σε όλα τα κόμματα της Βουλής,
πλην της ναζιστικής Χρυσής Αυγής. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ την καταχώρισε
"στα αζήτητα" για δύο περίπου χρόνια, αρνούμενη να τη φέρει για
συζήτηση.
Οταν τελικά, με τις επίμονες παρεμβάσεις
του ΚΚΕ και τις διαμαρτυρίες των συνδικάτων, αναγκάστηκε να την ανασύρει από τα
συρτάρια της, μόλις τον Ιούνη του 2018, την απέρριψε, ενώ οι υπουργοί και οι
βουλευτές της τη χαρακτήρισαν "αντισυνταγματική", "ανεδαφική"
και "ασαφή"! Την ίδια στάση κράτησαν και όλα τα υπόλοιπα κόμματα.
Στάση
υπονόμευσης από τον εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό
Μέσα στον αγώνα ενάντια στη μισοδουλειά
και τη μισοζωή δόθηκε η δυνατότητα σε περισσότερους εργαζόμενους, μέσα από την
ίδια τους την πείρα, να συνειδητοποιήσουν την ταξική αδιαλλαξία της κυβέρνησης
και των επιχειρηματικών ομίλων. Η πείρα από αυτή τη δράση, τη χρονιά που
πέρασε, είναι πολύτιμη και δείχνει το δρόμο και για τη συνέχεια. Η αγωνιστική
δραστηριότητα των ταξικών συνδικαλιστικών οργανώσεων αναπτύχθηκε κόντρα στις
δυνάμεις του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, οι οποίες το ίδιο
διάστημα στη ΓΣΕΕ αλλά και σε μια σειρά από Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες
κράτησαν στάση υπονόμευσης των κινητοποιήσεων και των αιτημάτων τους. Το νου
τους τον έχουν στην αναπαραγωγή, σε συνεργασία με την εργοδοσία και το κράτος,
των νόθων συσχετισμών, ιδιαίτερα μπροστά στο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, για να
παριστάνουν την ηγεσία της εργατικής τάξης και να εκπληρώνουν τον βρώμικο ρόλο
τους.
Νέες δυνάμεις
να συμπορευτούν με το ΚΚΕ!
Σήμερα θέλουμε πιο ολοκληρωμένα να
προβάλουμε τις θέσεις του Κόμματος ενάντια στην εργασιακή ζούγκλα που έχουν
επιβάλει. Οτι δεν είναι μονόδρομος για την εργατική τάξη και το λαό μας η
πολιτική των θυσιών, των αντιλαϊκών νόμων, του "μικρότερου κακού".
Μέσα από τη δουλειά μας έχουν διαμορφωθεί προϋποθέσεις ώστε νέες δυνάμεις να
συμπορευτούν με το ΚΚΕ, να δώσουν δύναμη στη δύναμη των εργαζομένων. Μπορούμε
να τα καταφέρουμε!».
ΓΙΩΡΓΟΣ
ΜΕΛΙΣΣΑΡΗΣ
Σαρωτικές
αντεργατικές αλλαγές απο το 2010
«Στο σύνολό τους οι εκτελεστικοί νόμοι των
διαδοχικών μνημονίων διέπονται από τη λογική ότι το πρόβλημα της χαμηλής
ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, όπως μάλιστα τούτο έχει επιδεινωθεί
τα τελευταία χρόνια, θα αντιμετωπιστεί μέσω της επονομαζόμενης "εσωτερικής
υποτίμησης", της μείωσης δηλαδή του εργατικού κόστους, κυρίως με την
περικοπή των μισθών των εργαζομένων στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, αλλά
και με τον στραγγαλισμό των εργατικών δικαιωμάτων», σημείωσε στην ομιλία του ο
Γιώργος Χαρ. Μελισσάρης, ο οποίος παρουσίασε αναλυτικά τις βασικότερες
αντεργατικές μεταρρυθμίσεις που ψηφίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια, στο πλαίσιο
των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων.
«Από το 2010 και μετά υπήρξαν τόσο μεγάλες και
σαρωτικές αλλαγές στην εργατική νομοθεσία, οι οποίες αλλοιώνουν τη βασική αρχή
της εύνοιας υπέρ του εργαζόμενου και καθιστούν ανενεργό οποιονδήποτε
προστατευτικό χαρακτήρα του εργατικού Δικαίου, ώστε σήμερα να έχουμε οδηγηθεί
στην πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων», είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας
του και κατέληξε: «Δυστυχώς, στη μνημονιακή Ελλάδα έχουν εφαρμοστεί όλες οι
μορφές τερατώδους βίας κατά του απλού εργαζόμενου και συνταξιούχου τις οποίες
μπορεί να φανταστεί κανείς. Οι κοινωνικοί και συνδικαλιστικοί αγώνες, στους
οποίους το ΚΚΕ με ανιδιοτέλεια πρωτοστατεί, μπορούν πιστεύω να μας οδηγήσουν
στην αναστροφή της ζοφερής αυτής κατάστασης και να ξαναφέρουν την ελπίδα και το
χαμόγελο στον άνθρωπο του μόχθου».
ΓΙΩΤΑ
ΤΑΒΟΥΛΑΡΗ
«Ελιξίριο»
για τα κέρδη η «ευελιξία»
«Η καπιταλιστική κρίση μπορεί να λειτούργησε
καταλυτικά στις αντεργατικές ανατροπές, αλλά η διαμόρφωση ενός νέου, πιο
"ευέλικτου" εργασιακού περιβάλλοντος, ως στρατηγική επιλογή του
μεγάλου κεφαλαίου, έρχεται από μακριά, εδώ και τρεις δεκαετίες», ανέφερε η
Γιώτα Ταβουλάρη στην ομιλία της, κάνοντας μια εκτενή αναδρομή σε αποφάσεις -
σταθμούς της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων που οδήγησαν σε σταδιακή επέκταση
και επικράτηση των «ευέλικτων» μορφών απασχόλησης στην αγορά εργασίας, ως
στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου για την αύξηση των κερδών του.
Παρουσιάζοντας συγκεκριμένα στοιχεία για την
«ευελιξία» στην αγορά εργασίας της Ελλάδας και άλλων ευρωπαϊκών κρατών, ανέφερε
ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας για το 2017, όπου ως μέτρα που συνέβαλαν στην αύξηση της απασχόλησης
αναφέρονται αυτά «που αυξάνουν την ευελιξία της αγοράς εργασίας, χαλαρώνοντας
τους υπερβολικά αυστηρούς κανόνες προστασίας της απασχόλησης, μειώνοντας π.χ.
το ποσό της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης ή καθιστώντας τους μισθούς πιο
ευέλικτους».
«Η διασφάλιση, λοιπόν, της κερδοφορίας και της
ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών κολοσσών διαμορφώνεται κάτω από τη
σκληρή ταξική εκμετάλλευση του συνόλου των εργαζομένων, σε ακόμα μεγαλύτερο
βαθμό για τις γυναίκες εργαζόμενες», κατέληξε μεταξύ άλλων.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑΣ
Η πείρα να
μπολιάσει την πάλη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, για το στέριωμα
της Κοινωνικής Συμμαχίας, που αποτελεί την πραγματική ελπίδα
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήρθε για να ολοκληρώσει τη
«βρώμικη δουλειά» για λογαριασμό του κεφαλαίου, «να πετύχει εκεί που οι
προηγούμενες κυβερνήσεις απέτυχαν», σε ό,τι αφορά τη στήριξη της καπιταλιστικής
κερδοφορίας, όπως αρέσκεται να επαναλαμβάνει συχνά - πυκνά ο πρωθυπουργός.
Δε χρειάστηκε εξάλλου να περάσουν τέσσερα χρόνια,
αφού πολύ γρήγορα αποδείχθηκε ότι δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική που να
ικανοποιεί ταυτόχρονα και τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων και τις
λαϊκές ανάγκες.
Ετσι, στην αντιλαϊκή επίθεση όλων των προηγούμενων
κυβερνήσεων και στα δύο προηγούμενα μνημόνια, πρόσθεσε και ένα τρίτο και μαζί
εκατοντάδες αντιλαϊκούς νόμους και «μεταμνημονιακές» δεσμεύσεις έως το 2060,
χώρια εκείνες που απορρέουν από τα μνημόνια διαρκείας της ΕΕ.
Η «πολύ διαφορετική Ελλάδα» για την οποία μιλάει
σήμερα η κυβέρνηση δεν είναι άλλη από την Ελλάδα της ακόμα πιο άγριας
εκμετάλλευσης στους χώρους δουλειάς, της εκτίναξης της «ευελιξίας» και της
μοιρασιάς μιας θέσης δουλειάς στα δύο και στα τρία, των δεκάδων εργατικών
«ατυχημάτων», των διαλυμένων ΣΣΕ, με το ξήλωμα του ασφαλιστικού συστήματος να
έχει πάει πολλά βήματα παραπέρα, με βάση και τον άθλιο νόμο Κατρούγκαλου, που
ήρθε να προστεθεί σε όλες τις προηγούμενες αντιασφαλιστικές ανατροπές.
Είναι η Ελλάδα με ακόμα πιο χτυπημένα τα δικαιώματα
σε Υγεία και Πρόνοια, με τη φοροληστεία του λαού να έχει χτυπήσει «ταβάνι» και
με τα δισεκατομμύρια των ματωμένων πλεονασμάτων, για την αποπληρωμή των χρεών
που δεν δημιούργησε ο λαός, να επεκτείνονται για πολλά χρόνια μπροστά, με
χιλιάδες πλειστηριασμούς λαϊκών σπιτιών προ των πυλών και την ενεργειακή
φτώχεια να σπάει κόκαλα.
Κάλπικες οι διαχωριστικές
γραμμές ανάμεσα στα αστικά κόμματα
(...) Τα τέσσερα αυτά χρόνια επιβεβαιώθηκε το πόσο
κάλπικες είναι οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στα αστικά κόμματα, που μαζί
ψήφισαν το 3ο μνημόνιο και τη συντριπτική πλειοψηφία των αντεργατικών νόμων,
ενώ από τον ίδιο «τσελεμεντέ» του κεφαλαίου διαβάζουν όλες τις σημερινές
αντιλαϊκές συνταγές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που θα «ξεμπέρδευε με το παλιό»,
απορρόφησε στελέχη και τμήματα του σάπιου αστικού πολιτικού συστήματος, έγινε
πρώτο βιολί του.
Η επί τετραετία συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με το
ακροδεξιό συνεταιράκι του, τους ΑΝΕΛ...
Το ΣΥΡΙΖΑίικο «ξέπλυμα» στην υπόλοιπη
σοσιαλδημοκρατία...
Το ατελείωτο πέρα - δώθε και οι μεταγραφές ανάμεσα
στα αστικά κόμματα...
Η πορεία των δήθεν «νέων» και «άφθαρτων» μορφωμάτων
που αξιοποιήθηκαν για τον εγκλωβισμό του λαού...
Το πέρασμα από το κάλπικο δίλημμα «μνημόνιο -
αντιμνημόνιο» στον - κατά τον πρωθυπουργό - «δημιουργικό διπολισμό» ΣΥΡΙΖΑ -
ΝΔ...
Ολα αυτά είναι ενδεικτικά για το τι έχει να
περιμένει ο λαός από την αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος και από
την εναλλαγή διαχειριστών στο τιμόνι της αστικής εξουσίας.
Οι
εργαζόμενοι να μην πουν και «ευχαριστώ» που ματώνουν για την καπιταλιστική
κερδοφορία
(...) Λένε καραμπινάτα ψέματα, αποδεικνύονται
πρωτομάστορες στις απάτες.
Και επειδή τις τελευταίες μέρες ζούμε μια απίστευτη
προσπάθεια εξαπάτησης των εργαζομένων, με την «αύξηση» του κατώτατου μισθού,
λες και έγινε καμιά κοσμογονία, απαντάμε:
Ναι, και 1 ευρώ να βάλει στην τσέπη του εργάτης,
νέος άνθρωπος, καλό είναι.
Αλλο αυτό κι άλλο να θέλουν να πει και «ευχαριστώ» ο
εργαζόμενος, που μάτωσε και συνεχίζει να ματώνει γιατί αυτό απαιτεί η
διασφάλιση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων.
Και τι δεν μας είπαν τα κυβερνητικά στελέχη στην
προσπάθειά τους να διαφημίσουν την «αύξηση» του κατώτατου μισθού στους
εργαζόμενους.
Μάλιστα η κα υπουργός Εργασίας, προκειμένου να
καθησυχάσει τους εργαζόμενους, τόνιζε πως «οι θεσμοί δεν έχουν κανένα ρόλο πάνω
στον κατώτατο μισθό και στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, καθώς η χώρα μας
βρίσκεται εκτός μνημονίων».
Είναι όμως έτσι;
Σαφέστατα όχι, καθώς έχουν συμφωνήσει τη διαρκή
επιτήρηση, τη συνεχή εποπτεία, τα ματωμένα πλεονάσματα έως το 2060 και με βάση
αυτά θα ελέγχουν την πορεία της δημοσιονομικής προσαρμογής και της υλοποίησης
των μέτρων.
(....)Διατήρησε τον νόμο Βρούτση της ΝΔ, που «βάζει στο
γύψο» τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και διαμορφώνει τον κατώτατο μισθό με
Υπουργική Απόφαση, σύμφωνα με την ανταγωνιστικότητα και τα κέρδη του κεφαλαίου.
Η κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων ήταν ένα
από τα βασικά εργαλεία χτυπήματος των μισθών και πολλών ακόμη εργασιακών
δικαιωμάτων που συμπεριλαμβάνουν.
Είναι προκλητικοί, γιατί πάνω στην τάχα «επαναφορά»
τους και «επέκτασή» τους έστησαν άλλη μία επιχείρηση εξαπάτησης των
εργαζομένων.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα καταργούσε τάχα
τον βαθιά αντεργατικό νόμο Βρούτση της ΝΔ, όχι μόνο τον διατήρησε αλλά τον
έκανε ιδιοκτησία της.
Μαζί με τις ψήφους της ΝΔ, του ΚΙΝΑΛ και της Ενωσης
Κεντρώων, ενεργοποίησε τον πλέον εμβληματικό μνημονιακό νόμο.
Για να δει κανείς το μέγεθος της απάτης και της
αναξιοπιστίας, θυμίζουμε πως ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν αντιπολίτευση είχε καταψηφίσει
τον συγκεκριμένο νόμο, χαρακτηρίζοντάς τον «νόμο - δολοφόνο».
Και το ερώτημα είναι: Γιατί τον πρώτο και τον
τελευταίο λόγο για το ύψος του κατώτατου μισθού να τον έχει η κυβέρνηση και ο
υπουργός;
Η απάντηση είναι προφανής.
Είναι οι δεσμεύσεις απέναντι στην καπιταλιστική
κερδοφορία, η οποία είναι η πιο σταθερή μνημονιακή υποχρέωση όλων των
κυβερνήσεων μέχρι σήμερα.
Με λίγα λόγια και για να καταλαβαινόμαστε, η κατάργηση
της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης συνεχίζει να υφίσταται, καθώς η κάθε κυβέρνηση
έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να αποφασίζει για τον κατώτατο μισθό, με μοναδικό
κριτήριο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την προσέλκυση των επενδύσεων.
Σήμερα προχωράει σε μια μικρή αύξηση, αύριο, αν «δεν
πάει καλά η οικονομία», μπορεί να αποφασίσει μείωση.
Με δυο λόγια, ο κατώτατος μισθός θα υποδεικνύεται
από τους εργοδότες, την ΕΕ, το ΔΝΤ, ώστε να διασφαλίζεται η κερδοφορία των
επιχειρηματικών ομίλων.
Πρόκληση να
βαφτίζουν «φιλολαϊκή» την πολιτική υπέρ των επιχειρηματικών ομίλων
(...) Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο μονιμοποίησε
όλες τις αντεργατικές ανατροπές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αλλά αποδείχθηκε στην
πράξη ο πιο καλός ο μαθητής, ο καλύτερος συνεχιστής της ευρωενωσιακής
αντιλαϊκής πολιτικής.
Τα όσα αναμασούν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ περί
«επανόδου της χώρας και της κοινωνίας στην κανονικότητα και την ανάπτυξη,
μακριά από τις παθογένειες και τις στρεβλώσεις του παρελθόντος» - όπου βέβαια
«παθογένειες» και «στρεβλώσεις» βαφτίζουν τα εργατικά δικαιώματα και τις
κατακτήσεις - είναι απλά διαβεβαιώσεις στο μεγάλο κεφάλαιο ότι οι απαιτήσεις
του είναι το πρόγραμμά τους.
Στρώνουν το έδαφος στους επιχειρηματικούς ομίλους,
διασφαλίζοντας με όλους τους τρόπους την κερδοφορία τους, είτε με τη μείωση του
λεγόμενου μισθολογικού και μη μισθολογικού «κόστους» είτε με νέα προνόμια -
δώρα που δίνονται απευθείας στο κεφάλαιο, όπως άλλωστε φάνηκε και με τον φετινό
προϋπολογισμό.
Είναι πρόκληση να βαφτίζει φιλολαϊκή πολιτική την
αύξηση του κατώτατου μισθού, όταν αυτή η κυβέρνηση διατήρησε και ενίσχυσε το
νομοθετικό αντεργατικό πλαίσιο των προηγούμενων.
Είναι πρόκληση, γιατί αυτή η κυβέρνηση ψήφισε τον
νόμο Κατρούγκαλου, που βάζει στον Προκρούστη τις συντάξεις, έβαλε την ταφόπλακα
στην Κοινωνική Ασφάλιση, κατοχύρωσε και διεύρυνε την κατάργηση της κυριακάτικης
αργίας.
Είναι πρόκληση, γιατί όχι μόνο διατήρησε τις
αντεργατικές διατάξεις που χτυπούν τη συνδικαλιστική δράση, αλλά ψήφισε
επιπλέον και νέες, δίνοντας χώρο και χρόνο στην εργοδοτική ασυδοσία και άλλους
πρόθυμους μηχανισμούς.
Εφερε και ψήφισε τον απεργοκτόνο νόμο Αχτσιόγλου για
τον περιορισμό της συνδικαλιστικής δράσης και του απεργιακού δικαιώματος.
Δεκάδες απεργίες βγαίνουν «παράνομες», με απίστευτη
ταχύτητα, με κάθε είδους σαθρή και αστεία αιτιολογία, ποινικοποιώντας τις
διεκδικήσεις των εργαζομένων.
Είναι πρόκληση, γιατί στα τέσσερα αυτά χρόνια έχουμε
εκτίναξη της εντατικοποίησης, της υπερωριακής απασχόλησης.
Να κάνουν οι
εργαζόμενοι, ο λαός τη διαφορά, με ισχυρό ΚΚΕ παντού
(...) Ολα αυτά τα χρόνια επιβεβαιώθηκε ακριβώς ότι η
μοναδική διαχωριστική γραμμή είναι αυτή ανάμεσα στο κεφάλαιο και το λαό, και
άρα η εργατική - λαϊκή πάλη πρέπει να κατευθύνεται ενάντια στην αστική τάξη,
στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, στα αστικά κόμματα όλων των αποχρώσεων.
Το σύστημα αξιοποιεί το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ για να
αποδείξει ότι κάθε επίκληση ρήξης και σύγκρουσης είναι ανώφελη, για να διδάξει
το «ρεαλισμό» δήθεν της υποταγής στον συσχετισμό δυνάμεων.
Αν χρεοκόπησε κάτι αυτά τα χρόνια, όμως, είναι η
αντίληψη ότι μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή πολιτική με την αστική τάξη στην
εξουσία, με την οικονομία στα χέρια του κεφαλαίου και τους αντιλαϊκούς
διαχειριστές να εναλλάσσονται ο ένας με τον άλλον.
Αυταπάτη και ψευδαίσθηση είναι η δήθεν δυνατότητα
φιλολαϊκής μεταρρύθμισης του συστήματος, ότι μπορεί δήθεν «να γίνει ο
καπιταλισμός ανθρώπινος».
Το ΚΚΕ προέβλεψε την πορεία αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, ακριβώς
επειδή κρίνει με βάση τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα.
Σήκωσε το βάρος της αποκάλυψης αυτής, στάθηκε στο
ύψος των περιστάσεων, για να παραμείνει η φλόγα της πάλης αναμμένη, για να μην
περάσει σαν οδοστρωτήρας η απογοήτευση πάνω από το εργατικό - λαϊκό κίνημα.
Σήμερα, μπαίνει μπροστά ώστε η πείρα που έχει συσσωρευθεί
να μπολιάσει την πάλη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, για το
στέριωμα της Κοινωνικής Συμμαχίας, που αποτελεί την πραγματική ελπίδα για κάθε
εργάτη, λαϊκό άνθρωπο, νέο και νέα.
Σε αυτόν το δρόμο σάς καλούμε όλους και όλες, έστω
κι αν σε επιμέρους ζητήματα υπάρχουν ξεχωριστοί προβληματισμοί και απόψεις.
Το ΚΚΕ έχει μια μεγάλη ταξική αγκαλιά για τους
ανθρώπους του μόχθου, τους εργάτες και τις εργάτριες, τους βιομηχανικούς
εργάτες, τους υπαλλήλους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, τους επιστήμονες που
βάζουν τις γνώσεις τους στην υπηρεσία της παραγωγής, τους νέους και τις νέες
περιπλανώμενους στην καπιταλιστική αγορά εργασίας, σε αυτήν την απάνθρωπη
ζούγκλα της εκμετάλλευσης.
Σας καλούμε σε συμπόρευση και συμπαράταξη. Για να
δώσουμε μαζί όλες τις ταξικές πολιτικές μάχες. Για να κάνουμε εμείς τη διαφορά,
με ισχυρό ΚΚΕ παντού!
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΛΟΥΚΑΣ
Πάλη για
μισθούς σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων
Η ομιλία του
Στ. Λουκά, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και του Τμήματος της ΚΕ για την Εργατική -
Συνδικαλιστική Δουλειά
Στην ομιλία του στην εκδήλωση, ο Στέφανος Λουκάς
σημείωσε τα εξής:
«Αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι,
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η απάντηση των ΣΕΒ - ΣΕΤΕ στην κυβερνητική αύξηση
του κατώτατου μισθού ήταν:
"Δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατώτατος μισθός των εργαζομένων πρέπει να βελτιωθεί.
Για να συμβεί αυτό χωρίς επιπτώσεις στην ανάκαμψη της οικονομίας και της
απασχόλησης, είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη:
-- Να
μειωθεί η φορολογία της εργασίας.
-- Να
συγκρατηθεί το μη μισθολογικό κόστος με τη μείωση των εισφορών.
-- Να
αποσυνδεθεί η αύξηση του κατώτατου μισθού από τον μέσο μισθό.
Το ύψος των
μισθών (...) και των κατώτατων μισθών, που μπορεί να αντέξει η οικονομία,
συνδέεται με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της, το μέγεθος της
ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας".
Μπορεί να μιλούν για βελτίωση του κατώτατου μισθού,
αλλά προσαρμοσμένη στην ανταγωνιστικότητα και στην καπιταλιστική ανάπτυξη.
Η στρατηγική του κεφαλαίου για τους μισθούς, για όλα
τα εργασιακά δικαιώματα, καθορίζεται από τις ανάγκες της καπιταλιστικής
ανάπτυξης και την εφαρμογή αντίστοιχης πολιτικής. Είναι νομοτέλεια.
Στις 22/1/2019, σε οικονομικό του δελτίο, ο ΣΕΒ
μιλούσε για "περαιτέρω ενίσχυση της
ανταγωνιστικότητας ώστε η ελληνική οικονομία να θωρακιστεί έναντι της
διαφαινόμενης κάμψης της παγκόσμιας οικονομίας, και να επιτευχθούν ισχυροί
ρυθμοί ανάπτυξης στο μέλλον (...) Κατά τη διάρκεια της προσαρμογής, η Ελλάδα
προχώρησε σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις με πιο σημαντική την επίτευξη ισορροπίας
μεταξύ μισθών και παραγωγικότητας, που είναι αναγκαία προκειμένου να
μετασχηματιστεί η χώρα σε μια εξωστρεφή οικονομία, προσανατολισμένη στις
εξαγωγές και την προσέλκυση επενδύσεων. Για τους παραπάνω λόγους, η επιστροφή
στις πολιτικές της εποχής πριν την κρίση, κυρίως σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική
διαχείριση και την αγορά εργασίας, μπορεί να αποβεί καταστροφική".
Αλλά και τα προηγούμενα χρόνια έλεγε: "Η κατακλυσμική ύφεση de facto κατήργησε
πολλές από τις στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας. Χωρίς τη μερική απασχόληση και
τη μείωση του κατώτατου μισθού, καθώς και τη μεγαλύτερη ευελιξία στον καθορισμό
των μισθών σε επιχειρησιακό επίπεδο, η ύφεση θα συνεχιζόταν με αμείωτους
ρυθμούς. Να μη διαταραχθεί ξανά η ισορροπία στην αγορά εργασίας".
Προβάλλουν
ως μπαμπούλα τις διεκδικήσεις των εργαζομένων
Η επιχειρηματολογία τους είναι σκόπιμα
παραπλανητική. Αναδεικνύουν ως αιτία της κρίσης παραχωρήσεις του κεφαλαίου σε
μισθούς, άλλα εργασιακά δικαιώματα που κατέκτησε με αγώνες η εργατική τάξη σε
άλλες περιόδους, με καπιταλιστική ανάπτυξη και άλλο, καλύτερο συσχετισμό
δυνάμεων.
Ηταν εμπόδιο, λένε, στην ανταγωνιστικότητα οι
μεγάλοι μισθοί, υπονόμευσαν τις επιχειρήσεις, γι' αυτό έκαναν απολύσεις ή
έκλεισαν, αυξάνοντας την ανεργία.
Και προβάλλουν τις διεκδικήσεις των εργαζομένων ως
μπαμπούλα για νέα κρίση που θα χειροτερέψει τη θέση τους.
Αλλά και προ κρίσης, οι εργαζόμενοι δεν ευημερούσαν,
δεν καλύπτονταν όλες οι ανάγκες τους. Υπήρχε εντεινόμενη εκμετάλλευση, μεγάλη
ανεργία, φτώχεια.
Η αλήθεια είναι ότι οι καπιταλιστικές επενδύσεις, ο
ανταγωνισμός στη διεθνή αγορά, απαιτούν να φθηναίνει σχετικά και απόλυτα η
εργατική δύναμη, άρα θέλουν μειωμένους μισθούς, για να αυξάνεται το ποσοστό
κέρδους. Και βάζουν το κάλπικο δίλημμα: "Μεγάλοι μισθοί και οικονομική
κρίση ή μικροί μισθοί και ανάπτυξη".
Η οικονομική κρίση είναι κρίση υπερσυσσώρευσης, δεν
την φέρνουν οι μεγάλοι μισθοί, αλλά τα κεφάλαια που γιγαντώνονται στην ανάπτυξη
από τα κέρδη και δεν επενδύονται γιατί δε φέρνουν νέα μεγάλα κέρδη.
Η ανεργία προϋπήρχε της κρίσης, η κρίση την
υπερδιπλασίασε, δεν την αύξησαν οι μισθοί. Είναι σύμφυτη του καπιταλισμού, δεν
εξαλείφεται ούτε με την καπιταλιστική ανάπτυξη, γιατί η παραγωγή γίνεται για το
κέρδος και όχι για τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες.
Μιλούν για άνοδο της παραγωγικότητας. Αυτό οδηγεί σε
λιγότερους εργαζόμενους στην παραγωγή, αντί να μειώνουν τον εργάσιμο χρόνο. Για
να φαίνεται μειωμένη η ανεργία, αυξάνουν την "ευελιξία" στην εργασία,
που συνοδεύεται με μισθούς - φιλοδωρήματα. Χωρίζουν τη μία θέση σε δύο και
τρεις.
Καμιά
υποταγή στη στρατηγική των καπιταλιστών, της κυβέρνησης και των κομμάτων τους
Η κυβέρνηση άρχισε την άρχισε την προεκλογική
προπαγάνδα με την αύξηση του κατώτατου μισθού, την αναστολή περικοπής των
συντάξεων, τα γλίσχρα επιδόματα κ.ά., προβάλλοντας ότι έρχεται ανάπτυξη, που
ωφελεί τους εργαζόμενους.
Αλλά δεν ωφελούνται και οι εργοδότες και οι
εργαζόμενοι με την καπιταλιστική ανάπτυξη. Το μόνο που μπορεί να φέρει είναι
κάποιες νέες θέσεις εργασίας κακοπληρωμένες.
Η εργατική τάξη παράγει τον πλούτο που τον
καρπώνονται οι επιχειρηματίες. Και παίρνει ελάχιστα από αυτό που παράγει ως
μισθό και κάποιες κρατικές παροχές σε Υγεία - Πρόνοια, Εκπαίδευση κ.λπ, που
συνεχώς μειώνονται, σχετικά ή απόλυτα.
Αρα η εργατική τάξη δεν πρέπει να υποτάσσεται στη
στρατηγική καπιταλιστών - κυβέρνησης - ΝΔ, να μην εγκλωβίζεται στα επιχειρήματά
τους.
Πρέπει να διεκδικεί Συμβάσεις και μισθούς με βάση
τις ανάγκες της εργατικής οικογένειας και μάλιστα ενιαία σε πανεθνικό και
κλαδικό επίπεδο, να διεκδικεί σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο και μειούμενο,
ενάντια στην "ευελιξία".
Τυπικά αύξησαν ελάχιστα τον κατώτατο μισθό, κάτω και
από την όποια πίεση άσκησαν οι αγώνες με μπροστάρη το ΚΚΕ, αύξηση που δεν
καλύπτει στο ελάχιστο τις απώλειες της περιόδου της κρίσης. Επίσης, με τη
μείωση του αφορολόγητου ορίου, τους νέους φόρους του κρατικού προϋπολογισμού
για το 2019, εξανεμίζεται αυτή η αύξηση.
ΓΣΕΕ, ΝΔ, ΚΙΝΑΛ και λοιποί δεν αντιπολιτεύονται την
κυβέρνηση από τη σκοπιά των εργαζομένων, αφού από την άλλη προτάσσουν τα ίδια
κριτήρια της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Ο Μαρξ στον 2ο τόμο του "Κεφαλαίου"
αναφέρει: "Οι εργάτες σαν αγοραστές εμπορεύματος έχουν σημασία για την
αγορά. Η κεφαλαιοκρατική όμως κοινωνία έχει την τάση να περιορίζει στο κατώτατο
όριο την τιμή του εμπορεύματός τους - της εργατικής δύναμης - όταν αντικρίζει
τους εργάτες σαν πουλητές".
Αυτή η αντίφαση είναι αξεπέραστη στον καπιταλισμό.
Κυβέρνηση και καπιταλιστές, για τους μισθούς
κινούνται μέσα σε αυτή την αντίφαση, στοχοπροσηλωμένοι στην ανάπτυξη.
Η κυβέρνηση λέει ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού
είναι αναπτυξιακός παράγοντας, γιατί αυξάνει τη ζήτηση.
Οι καπιταλιστές απάντησαν ήδη στην κυβερνητική
αύξηση του κατώτατου μισθού. Στοχεύουν σε ολοένα λιγότερη δαπάνη κεφαλαίου για
την πληρωμή μισθών, συνδέοντάς το με την παραγωγικότητα κάθε επιχείρησης και
τις εργασιακές σχέσεις - λάστιχο, με μείωση ασφαλιστικών εισφορών και
φορολογίας και των εργαζομένων, που αποτελούν μέρος των μισθών.
Στοχεύουν στη συγκράτηση στα σημερινά άθλια επίπεδα
και σε μείωση του μέσου μισθού.
Ο ΣΕΒ το 2018 έλεγε: "Τόνωση της παραγωγής. Το βέλτιστο θα ήταν μια αύξηση του κατώτατου
μισθού (...) να συνδυασθεί με άμεση μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών ώστε
να έχουμε μια αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος για τους χαμηλόμισθους
εργαζόμενους, χωρίς να υπονομευθεί η εύθραυστη κατάσταση της οικονομίας (...) η
αύξηση του κατώτατου μισθού να μην οδηγήσει σε αύξηση του κόστους για τις
επιχειρήσεις".
Αυτό όντως μειώνει τη δαπάνη για μισθούς, βάζει όμως
μεγαλύτερο μπουρλότο στα ασφαλιστικά ταμεία, στις συντάξεις, σε άλλες παροχές.
Μειώνει τη φορολογία του κεφαλαίου, που μετακυλίεται
στο λαό με αύξηση έμμεσων φόρων, μείωση του αφορολόγητου, κατάργηση
φοροελαφρύνσεων σε έξοδα της εργατικής οικογένειας, όπως έγινε με αυτά της
Υγείας.
Η κυβέρνηση νομοθέτησε ήδη τη μείωση φόρων στα
κέρδη, ενώ ετοιμάζεται για μείωση ασφαλιστικών εισφορών.
Ο μισθός της εργασίας στον καπιταλισμό είναι η τιμή
του εμπορεύματος "εργατική δύναμη", που πρέπει να αναπαράγεται
καθημερινά.
Επομένως, ο μισθός εργασίας πρέπει να καλύπτει όλες
τις σύγχρονες ανάγκες σε τροφή, ένδυση, υπόδηση, κατοικία, Κοινωνική Ασφάλιση,
ανάπαυση, ψυχαγωγία, άθληση, ελεύθερο χρόνο, προστασία της μητρότητας, Υγεία -
Πρόνοια, Εκπαίδευση κ.ά.
Μπορούν οι σημερινοί μισθοί, και με την κυβερνητική
"αύξηση", να ικανοποιήσουν αυτές τις ανάγκες; Οχι.
Πάλη για
μισθούς και δικαιώματα, σε συνδυασμό με την πάλη για την εργατική εξουσία
Η τιμή της εργατικής δύναμης, οι μισθοί σύμφωνα με
τις σύγχρονες ανάγκες, αποτελούν βασικό πεδίο της ταξικής πάλης.
Σήμερα διεκδικούμε ως ελάχιστο κατώτατο μισθό 751
ευρώ, κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας με αυξήσεις στους μισθούς,
κατάργηση κάθε "ευέλικτης" μορφής εργασίας, σταθερό ημερήσιο εργάσιμο
χρόνο, 7ωρο, για τα ΒΑΕ 6ωρο - 5ήμερο, συνθήκες υγείας και ασφάλειας, επιδόματα
ωρίμανσης, οικογενειακά κ.λπ.
Σε συνδυασμό με διεκδικήσεις για: Μείωση της
φορολογίας των εργαζομένων, αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου, αποκλειστικά
δημόσια δωρεάν Υγεία - Πρόνοια, Εκπαίδευση, κατάργηση της επιχειρηματικής
δράσης σε αυτούς τους τομείς, προστασία μητρότητας και παιδιών, φτηνή ασφαλή
κατοικία, προστασία πρώτης κατοικίας, υποδομές για την ασφάλεια της ζωής του
λαού από πλημμύρες, πυρκαγιές, σεισμούς κ.λπ. Κατάργηση όλων των αντεργατικών
νόμων.
Αυτός ο αγώνας κατευθύνεται ενάντια στην εργοδοσία,
στις κυβερνήσεις, στην εξουσία τους, στην ΕΕ, στα αστικά κόμματα.
Η εργατική τάξη, παλεύοντας για τις παραπάνω
διεκδικήσεις, πρέπει να συνειδητοποιεί την ανάγκη κατάργησης της καπιταλιστικής
ιδιοκτησίας και αντικατάστασής της με την κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα
παραγωγής για να ικανοποιούνται όλες οι σύγχρονες ανάγκες, να παλεύει γι'
αυτήν, παλεύοντας για την εργατική εξουσία, σε συμμαχία με τα άλλα φτωχά λαϊκά
στρώματα.
Γι' αυτό χρειάζεται πανίσχυρο ΚΚΕ, πρωτίστως στα
εργοστάσια, στους τόπους δουλειάς, στις εργατογειτονιές, στο εργατικό
συνδικαλιστικό κίνημα, παντού. Αυτή είναι η πραγματική δύναμη της εργατικής
τάξης, της ταξικής πάλης. Που απαιτεί τη δική μας συνεπή, ακατάπαυστη,
ακούραστη δράση. Η ισχυροποίησή του στις επερχόμενες εκλογές σε Τοπική
Διοίκηση, Βουλή, Ευρωβουλή, θα συμβάλει στο δυνάμωμα της εργατικής τάξης».