Τη θέση της
σχετικά με τη «Γνωμοδότηση επί της
Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για την έρευνα και
εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές "Νοτιοδυτικά
Κρήτης" και "Δυτικά Κρήτης"» κατέθεσε η «Λαϊκή Συσπείρωση» στο Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής. Η Αλεξάνδρα Μπαλού, μιλώντας εκ μέρους
των περιφερειακών συμβούλων της «Λαϊκής Συσπείρωσης», να επισημαίνει πως «κατά
τη γνώμη μας δεν μπορεί να το δει κάποιος από τη σκοπιά μόνο του περιβάλλοντος
αλλά είναι καθαρά πολιτικό ζήτημα. Άπτεται και υπακούει στο μοντέλο της
οικονομίας και της ανάπτυξης και φυσικά αυτό το θέμα πρέπει να απαντήσει στο
ερώτημα "από ποιόν, για ποιόν". Από ποιον γίνεται η ανάπτυξη προς
όφελος τίνος».
Παρά το γεγονός
πως η εισήγηση της Περιφέρειας ήταν αρνητική ως προς τη Στρατηγική Μελέτη,
ανέφερε πως είχε έναν προσανατολισμό
«έτσι κι αλλιώς θα πάω σε μια εξόρυξη» και ότι επίσης «φαίνεται και από αυτή
την εισήγηση πόσο υποκριτική και προσχηματική είναι η συνεχής επίκληση από το
αστικό κράτος και τις κυβερνήσεις, το φαινόμενο του θερμοκηπίου».
Είπε επίσης ότι
«στην προκειμένη περίπτωση, όπως και συνολικά στον τρόπο λειτουργίας, σε αυτό
το μοντέλο της οικονομίας, την οικονομία της αγοράς, το καπιταλιστικό μοντέλο
με το πολιτικό του προσωπικό, η ανάπτυξη γίνεται προς όφελος των
επιχειρηματικών ομίλων και φυσικά δεν έχει ως αποτέλεσμα την ευημερία του λαού.
Και όσον αφορά τους κινδύνους από τέτοιες επενδύσεις, τις συνθήκες εργασίας,
τους μισθούς, την εκμετάλλευση, τα έσοδα κτλ.». Στάθηκε επίσης ότι στην
Ενέργεια έχουμε συμφωνίες που ξεπουλάνε τις ενεργειακές πρώτες ύλες, τον ορυκτό
πλούτο της χώρας στις πολυεθνικές. Δεν έχει να κάνει μόνο με τη ΣΜΠΕ.
Μετατρέπεται, και είναι πολιτική απόφαση και κατεύθυνση της ΕΕ, σε πεδίο
κερδοφορίας και σε πανάκριβο εμπόρευμα που πληρώνει ο λαός ενώ θα έπρεπε να το
έχει δωρεάν».
Συνέχισε
λέγοντας ότι «μιλάει προκλητικά η εισήγηση για ενεργειακή αυτάρκεια της ΕΕ,
σηματοδοτώντας τους ανταγωνισμούς και τις αντιθέσεις που υπάρχουν μέσα στην ΕΕ,
στα αμερικανικά συμφέροντα, σε άλλες χώρες, σε ένα τεράστιο πόλεμο ανάμεσα σε
μεγαθήρια που συγκρούονται για τον έλεγχο των αγορών, των πηγών και δρόμων
ενέργειας. Σε αυτή την ποδιά ξεπουλιέται η δυνατότητα αυτής της χώρας και
εγκυμονούν και σοβαροί κίνδυνοι γιατί η μία πλευρά του νομίσματος είναι η
εκμετάλλευση όλων αυτών των πηγών, η
άλλη πλευρά είναι η πολεμική σύγκρουση. Από τη μία προσπαθούν με αυτές τις
μεθόδους να λύσουν τα προβλήματα της κρίσης που αν δεν μπορέσουν, έχουν τον
πόλεμο. Εδώ ουσιαστικά υπάρχει η ενεργειακή στήριξη ΝΑΤΟικών συμφερόντων και
δεν είναι τυχαίο που ο Πρέσβης Πάιατ κάνει τις βόλτες του εδώ πέρα, αυτό τον
απασχολεί όπως δεν είναι τυχαία τα συγχαρητήρια που έδωσαν στην κυβέρνηση για
την εξυπηρέτηση των ΝΑΤΟικών συμφερόντων».
Καταλήγοντας
υπογράμμισε πως «χαρίζεται ο πλούτος της χώρας στους μεγάλους επιχειρηματικούς
ομίλους. Μπορεί να εκμεταλλευτεί μία χώρα τον πλούτο της; Βεβαίως. Μπορεί να
έχει ανάπτυξη μία χώρα; Βεβαίως. Σημασία έχει ποιος θα την κάνει. Αν η εξουσία
είναι στα χέρια του λαού, αν η οικονομία υπάρχει με κριτήριο την ικανοποίηση
των αναγκών του λαού, αν δεν υπάρχει ιδιοκτησία των πολυεθνικών, του κεφαλαίου,
τότε μπορεί ο ορυκτός και επίγειος πλούτος μίας χώρας να εκμεταλλευτεί όσο και
όπως πρέπει προς όφελος και την ευημερία ενός λαού».